50 αστείες γερμανικές λέξεις

Η εκμάθηση μιας νέας γλώσσας μπορεί να είναι πρόκληση, αλλά η ανακάλυψη ιδιόρρυθμων και χιουμοριστικών λέξεων στην πορεία μπορεί να κάνει το ταξίδι ευχάριστο. Τα γερμανικά, με το πλούσιο λεξιλόγιό τους, προσφέρουν πολλές διασκεδαστικές λέξεις που σίγουρα θα σας χαρίσουν ένα χαμόγελο. Βυθιστείτε και εξερευνήστε 50 αστείες γερμανικές λέξεις που αναδεικνύουν την παιχνιδιάρικη φύση της γλώσσας και μπορεί να σας φτιάξουν τη μέρα!

50 αστείες γερμανικές λέξεις που θα σας κάνουν να γελάσετε

1. Brötchen – Μικρά ψωμάκια. Κυριολεκτικά σημαίνει “μικρά ψωμιά”.

2. Handschuh – Γάντι. Μεταφράζεται κυριολεκτικά ως “παπούτσι χεριού”.

3. Kummerspeck – Υπερβολικό βάρος που αποκτήθηκε από συναισθηματική υπερκατανάλωση τροφής. Κυριολεκτικά “μπέικον θλίψης”.

4. Drachenfutter – Δώρα για έναν θυμωμένο σύντροφο για να τον κατευνάσει. Κυριολεκτικά “τροφή για δράκους”.

5. Kuddelmuddel – Ένα πλήρες χάος ή χάος.

6. Torschlusspanik – Φόβος ότι ο χρόνος τελειώνει. Κυριολεκτικά “πανικός κατά το κλείσιμο της πύλης”.

7. Kopfkino – Ονειροπόληση ή νοερή φαντασία μιας ιστορίας. Κυριολεκτικά “κινηματογράφος κεφαλής”.

8. Backpfeifengesicht – Ένα πρόσωπο που αξίζει ένα χαστούκι.

9. Feierabend – Τέλος της εργάσιμης ημέρας, ώρα για χαλάρωση.

10. Fremdschämen – Αίσθημα ντροπής για τις πράξεις κάποιου άλλου.

11. Luftikuss – Ένας επιπόλαιος ή επιπόλαιος άνθρωπος. Κυριολεκτικά “φιλί του αέρα”.

12. Purzelbaum – Μια τούμπα. Κυριολεκτικά “δέντρο που πέφτει”.

13. Naschkatze – Κάποιος που τρώει γλυκά. Κυριολεκτικά “γάτα που τσιμπάει”.

14. Innerer Schweinehund – Η εσωτερική τεμπελιά ή ο αδύναμος εαυτός κάποιου. Κυριολεκτικά “εσωτερικό γουρουνόσκυλο”.

15. Kuddel – χαϊδευτικός όρος για κάποιον που προκαλεί σύγχυση.

16. Sitzfleisch – Ικανότητα να παρακολουθείς κάτι, ακόμη και αν είναι βαρετό. Κυριολεκτικά “κάτσε κρέας”.

17. Schneckentempo – Εξαιρετικά αργός ρυθμός. Κυριολεκτικά “ρυθμός σαλιγκαριού”.

18. Glühbirne – Λαμπτήρας φωτός. Κυριολεκτικά “λαμπερό αχλάδι”.

19. Honigkuchenpferd – Κάποιος που είναι πολύ χαρούμενος. Κυριολεκτικά “άλογο με κέικ με μέλι”.

20. Pantoffelheld – Ένας άνδρας που φαίνεται δυνατός αλλά ελέγχεται από τη σύζυγό του.

21. Treppenwitz – Μια πνευματώδης παρατήρηση που έρχεται στο μυαλό πολύ αργά. Κυριολεκτικά “αστείο με τη σκάλα”.

22. Zungenbrecher – Ένα γλωσσοδέτης.

23. Zugzwang – Αναγκασμός σε κίνηση, που χρησιμοποιείται συχνά σε όρους σκακιού.

24. Leberwurst – Λουκάνικο συκωτιού, ένα δημοφιλές γερμανικό προϊόν.

25. Warmduscher – Κάποιος που κάνει ζεστά ντους.

26. Kaffeeklatsch – Άτυπη συγκέντρωση με καφέ και κουβέντα.

27. Weltschmerz – Το αίσθημα θλίψης για τα προβλήματα του κόσμου. Κυριολεκτικά “παγκόσμιος πόνος”.

28. Freudenschade – Χαρά που προέρχεται από την ευτυχία κάποιου άλλου. (Μια παραλλαγή του Schadenfreude)

29. Krautrock – Είδος πειραματικής ροκ μουσικής από τη Γερμανία.

30. Handschrift – Χειρόγραφα. Κυριολεκτικά “χειρόγραφο”.

31. Waldmeister – Woodruff, φυτό που χρησιμοποιείται στα ποτά.

32. Lachflash – Μια έκρηξη ανεξέλεγκτου γέλιου.

33. Nullachtfünfzehn – Κάτι πολύ συνηθισμένο. Κυριολεκτικά “μηδέν οκτώ δεκαπέντε”.

34. Schnapsidee – Μια παράλογη ή παράλογη ιδέα, συχνά εμπνευσμένη από το αλκοόλ. Κυριολεκτικά “ιδέα του σναπς”.

35. Knoblauch – Σκόρδο. Συνηθισμένο στη γερμανική κουζίνα, αλλά αρκετά πικάντικο.

36. Kummerspeck – Συναισθηματική κατανάλωση αύξηση βάρους. Κυριολεκτικά “μπέικον θλίψης”.

37. Kirschbaumblütenzeit – Χρόνος ανθοφορίας κερασιών.

38. Stinkstiefel – Ένα γκρινιάρικο ή κυκλοθυμικό άτομο. Κυριολεκτικά “βρωμερή μπότα”.

39. Hamsterkauf – Αγορά πανικού, όπως κατά τη διάρκεια πανδημιών. Κυριολεκτικά “αγορά χάμστερ”.

40. Nacktschnecke – Ένας γυμνοσάλιαγκας. Κυριολεκτικά “γυμνό σαλιγκάρι”.

41. Blumenkohl – Κουνουπίδι. Κυριολεκτικά “λάχανο λουλουδιών”.

42. Angsthase – Ένα πολύ φοβισμένο άτομο. Κυριολεκτικά “κουνέλι του φόβου”.

43. Dauerwelle – Perm (χτένισμα). Κυριολεκτικά “μόνιμο κύμα”.

44. Fernweh – Λαχτάρα για μακρινά μέρη. Κυριολεκτικά “μακρινή ασθένεια”.

45. Fuchsteufelswild – Εξαιρετικά θυμωμένος. Κυριολεκτικά “αλεπού-διαβολάκος άγριος”.

46. Hellseher – Μάντης ή μέντιουμ. Κυριολεκτικά “φωτεινός μάντης”.

47. Schattenparker – Κάποιος που παρκάρει στη σκιά, υπονοώντας αδυναμία.

48. Angriffskrieg – Επιθετικός πόλεμος.

49. Klugscheißer – Ένας ξερόλας. Κυριολεκτικά “εξυπνάκια”.

50. Augenblick – Μια στιγμή, ή ένα ανοιγοκλείσιμο του ματιού. Κυριολεκτικά “ματιά του ματιού”.